7/9/12

Της Κορέας!!! 기차

Μου ήρθε πάλι η όρεξη να αρχίσω να γράφω. Τόσους μήνες, ούτε να τον δω τον blogger, αλλά αυτός είναι μεγάλη καρδιά, και με συγχωρεί. Το ίδιο κι εσύ αγαπητέ μου αναγνώστη, το ξέρω. Σε τελική ανάλυση από το να διαβάζεις αρλούμπες με μισή καρδιά, καλύτερα πιο σπάνια αλλά με κέφι και καλή διάθεση.
Μιας και ήρθε το φθινόπωρο, το πιο επίκαιρο θέμα είναι οι διακοπές που πέρασαν. Και κρίμα που τελείωσαν. Κι άλλες τόσες να ήταν, πάλι θα γκρίνιαζες. Εσύ. Γιατί εγώ τις πέρασα φέτος αντισυμβατικά. Μιας και άδεια παίρνω πάντα τον Αύγουστο, που είναι παχιές οι μύγες, συνήθως την βγάζω (όταν πάω) σε μια ξαπλώστρα στην παραλία να λιώνω σαν παγωτό από τα ξύλινα σπαθιά. Κι όταν πέσει ο ήλιος και δροσίσει ελαφρώς, χτυπάμε και ένα ταβερνάκι παραθαλάσσιο, ουζάκι, χταποδάκι, καλαμαράκι και όλα τα συναφή.
Ξέρεις πώς έχουν αυτά, όλοι λίγο πολύ τα ίδια κάνουμε. Αφού ζούμε στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου αναγνώστα μου! Δεν το πιστεύεις; Τότε δεν έχεις κάνει καλοκαίρι αλλού αγαπητέ. Κι εγώ φέτος μόνο είχα αυτή την ωραία εμπειρία, και τα είδα όλα κωλυόμενα. Όσες φορές είχα βγει εξωτερικό βλέπεις, ήταν χειμώνας, εκτός από έναν δεκαπεντάυγουστο στην Ιταλία, αλλά εκεί είναι ούνα φάτσα, ούνα ράτσα, οπότε δεν μου 'λειψε.
Φέτος έκανα ανατροπή. Πήγα Ασία. Και πιο συγκεκριμένα, στην Κορέα. Φοβερή χώρα λέμε. Η λιγότερο τουριστική σε όλη την Ασία, και όχι άδικα. Έχουν σοβαρούς λόγους όοοολος ο κόσμος που την αποφεύγει. Διότι οι αμόρφωτοι κάγκουρες- λέγε με κοριοί- δεν μπορούν να συνεννοηθούν. Το μόνο που θα σου πω τώρα είναι ότι οι 8 στους 10 δεν μιλάνε καμία ξένη γλώσσα. Και μιλάμε για την Seoul, έτσι; Στο Bousan ο 1 στους 10 αντιλαμβάνεται κανα hallo στα Αγγλικά. Κι από πάνω, είναι και βόδια και δεν καταλαβαίνουν Χριστό από νοηματική. Για να βρεις τουαλέτα, κατουριέσαι πάνω σου. Ή σε καναν φίκο, άμα βρεις.
Τέλος πάντων, αυτά θα τα πούμε κατά καιρούς, ειδικά για το φαγητό τους, που είναι μια αηδία και μισή. Σήμερα θα μιλήσουμε για τις παραλίες τους. Και για τα μπάνια που κάναμε σε αυτές. Εμείς. Οι Ευρωπαίοι. Διότι οι Κοριοί, ούτε να ακούσουν για θάλασσα. Μα τω Θεώ, δεν μπόρεσα να καταλάβω πώς γίνεται και σε μία χώρα με 2.413 χλμ ακτογραμμή δεν ξέρει κανείς κολύμπι. Δεν μπορείς να φανταστείς. Τα άτομα φοράνε στάνταρ life vests συν μια κουλούρα τεράστια κίτρινη. Ναι, σαν αυτές που βλέπεις σωρό στις φωτογραφίες. Αλλά πάλι, μπορεί να το κάνουν αυτό για να μην βουλιάξουν από το βάρος, μιας που μπαίνουν στο νερό με όλα τους τα ρούχα, μαζί και τα παπούτσια ενίοτε. Ναι, καλά διάβασες. Δεν φοράνε μαγιό! Πάνε παραλία ντυμένοι από τον λαιμό μέχρι τον αστράγαλο, μιας και έχουν το κόμπλεξ του Michael Jackson κι άμα μαυρίσουν μένουν στο ράφι. Κι επειδή δεν βολεύονται εκεί οκλαδόν το αποφεύγουν. Φοράνε λοιπόν ένα πρόχειρο τζινάκι, πιάνουν κι ένα μακουδάκι από την ντουλάπα, παίρνουν την σκηνή, τα κουζινικά και τα είδη κάμπινγκ τους και αράζουν στην παραλία. Κρίμα που δεν μπορώ να κάνω κανα ζουμ στις φωτογραφίες η άσχετη, να γελάσεις μέχρι δακρύων!


Αμ το άλλο πού το πας; Οι σημαδούρες βρίσκονται στάνταρ σε βάθος αφαλού. Δικού μου, της κοντής, μιας και δεν διακρίνονται και για το ύψος τους αυτοί. Και, φυσικά, απαγορεύεται να πας παραμέσα. Δεν κατάλαβα όμως άμα είναι από φόβο για καρχαρίες ή απλά επειδή αυτοί πνίγονται ακόμα κι εκεί που πατάνε. Μυστήριο... πάντως καλού κακού πλατσούρισα κι εγώ στα ρηχά μόνο, μην βγει κανα καρχαριάκι του Ειρηνικού και με χάσετε άπαξ δια παντός.
Αχ, αυτά τα ρηχά! Μαζευόταν όοοολο το μπούγιο να δροσιστεί. Και είναι και πολλοί πανάθεμά την τύχη μου την χαρτορίχτρα. Σχεδόν 50 εκατομμύρια νοματαίοι, με θερμοκρασία 36 βαθμούς Κελσίου και σχετική υγρασία γύρω στο 80% το καταμεσήμερο! Για το βράδυ δεν το συζητάμε, ανέπνεες νερό. Σαν τις μύγες έμπαιναν να πλατσουρίσουν, τί να κάνουν, να σκάσουν; Κι όλοι μέχρι το γόνατο, μπορούσες να πατήσεις πάνω τους για να κάνεις βουτιά άνετα και χαλαρά. Πήγαινες δηλαδή στην άκρη του νερού, περνούσες 3 στρώματα Κοριούς και μετά έβρεχες ποδαράκι. Και δεν είχε και κανα μπιτσόμπαρο, να χτυπήσεις μια μπιρίτσα να στανιάρεις. Μέχρι και στην Haeundae, το Super Paradise της Κορέας έπρεπε να κάνεις 17 χιλιόμετρα για να βρεις ένα ποτήρι νερό. Ντιπ αναξιοποίητες παραλίες λέμε. Τούτοι νομίζουν ότι με μια ομπρελίτσα καθάρισαν.
Τί να πω, άντε, και του χρόνου σε κανα νησάκι εδώ, δικό μας, μπας και ευχαριστηθούμε καλοκαίρι. Πάρε κι έναν Κοριό ναυαγοσώστη να έχεις, έτσι, για να παρηγοριέσαι τον χειμώνα.

9/4/12

Φαντάσματα2- Το φάντασμα παντόφλα

Στο το μπι κοντίνιουντ είχαμε μείνει την άλλη φορά, όμως πέρασαν οι μέρες κι εγώ δεν αξιώθηκα να γράψω την συνέχεια. Κάλλιο αργά παρά ποτέ λένε, οπότε πάρ' τε να 'χετε περσινά ξινά σταφύλια.Για να μην μακρυγορώ, κάποτε στην ζωή μου (το 2007 συγκεκριμένα) είχα ερωτευτεί τον Στέλιο. Τρελή καψούρα. Εκ μέρους μου. Αυτός δεν θα έλεγα ότι ένιωθε το ίδιο. Περισσότερο τον βόλευε που βρήκε μια ηλίθια να πηδάει, παρά ερωτεύτηκε. Είχαμε και την σχετική απόσταση για να μην μπορώ και να θέλω να του σπάω τα νεύρα (εγώ Θεσσαλονίκη, αυτός Αθήνα), όλα καλά λοιπόν.
Μέχρι που λίγους μήνες μετά βαρέθηκε τα πηγαινέλα και τα ξανάφτιαξε με την πρώην του. Και με έφτυσε. Μα τί φτύσιμο, όμως. Χωρισμό με e-mail έχεις ξαναματαδεί αγαπητέ μου αναγνώστη; Άκου το κι αυτό, να δεις τί προχωρημένη ήμουνα εν έτει 2007! Καλά που δεν ήξερε πολύς κόσμος το φατσομπούκι τότε, που έκανα και τον κόπο ακόμα να μπαίνω, και γλύτωσα την τρελή ξεφτίλα της δημόσιας χυλόπιτας. Φαντάζεσαι αντί για το e-mail, που όσο και να το κάνεις προστατεύει τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, να μου κοτσάριζε καμιά φωτογραφία με την άλλη στο ιντερνέτι; Θα πάθαινα υστερική κρίση αντί για κατάθλιψη.
Prive, ξεπριβέ, δεν την γλύτωσα την τελευταία. Κάμποσους μήνες η αυτοπεποίθησή μου σφουγγάριζε το πάτωμα κάτω από τα πόδια της skinpop που άκουγε τις μυξιάρικες αρλούμπες μου. Έλα όμως που ο χρόνος είναι πανδαμάτωρ... Και την κατάθλιψη ξεπέρασα, και ζωγραφιστό ούτε που τον ξαναείδα, και ήρθε κάποια στιγμή και μεταμορφώθηκε το κοπρόσκυλο σε φάντασμα. Τα ξέχασα όλα αυτά και θυμόμουνα μόνο τα καλά. Κι όποτε μου έκανε σάχλα κανας περίεργος, πετούσα και την ατάκα: "Ε, ρε Στέλιο, πού να είσαι τώρα..."
Τελευταία φορά το είπα αυτό πριν από κανα εξάμηνο. Και κόλλησα (πάλι). |Κι άρχισα να το σκέφτομαι στα σοβαρά. Όχι να τα ξαναφτιάξουμε (που μεταξύ μας πολύ θα το ήθελα όπως τα θυμόμουνα), αλλά να δω τί κάνει, πού είναι και τα τοιαύτα.
6 μήνες δεν σήκωνα το κουλό μου να πάρω τηλέφωνο. Με είχε επηρεάσει και ο φίλος μου ο Κέρβερος που με έκραζε, κάτι και η περηφάνια και ο εγωισμός, το σκεφτόμουνα όμως. Ώσπου τα Χριστούγεννα δεν άντεξε άλλο η skinpop και μου λέει "Πάρε, αλλά προετοιμάσου για τα χειρότερα. Μετά από τόσα χρόνια μην περιμένεις τίποτα. Πάρε όμως, μπας και σκάσεις!"
Κοντός ψαλμός αλληλούια. Πήρα στο κινητό. Δεν το σήκωνε κανείς. Πήρτα στο άλλο κινητό. Κάποιος με γείωσε. Ο αριθμός μου εν τω μεταξύ, άλλος, μην διανοηθείς να πεις ότι αντελήφθην ότι είμαι εγώ. Ε, πήρα στο σταθερό του πατρικού, που το είχα σε μια ατζέντα. Και το σηκώνει μια κυρία με νεανική φωνή και ψιλοκαθαρευουσιάνικη ομιλία. Και ακολουθεί ο εξής διάλογος (με υποτίτλους αυτά που πραγματικά εννοούσαμε):

- Καλησπέρα σας, τον Στέλιο θα ήθελα...
(  Καλησπέρα σας, τον Στέλιο θα ήθελα)
- Ποιός τον ζητεί;
( Τί θες κι εσύ τώρα και θα μου καεί και ο τραχανάς;)
- Ηώς λέγομαι.
( δώσε μου τον Στέλιο μωρή, που θες και ΑΦΜ!)
- Και τί ακριβώς τον θέλετε;
( πάει ο τραχανάς, κάτσε να ανάψω την λάμπα των ανακρίσεων)
- Θα ήθελα να μιλήσω στον ίδιο.
( Με δουλεύετε μαντάμ;)
- Δεν μπορείτε.
( Τί έτσι εύκολα θα το πάρεις; Τσάμπα καίει η λάμπα;)
- Τί εννοείτε; Ξέρετε, είμαστε παλιοί φίλοι και έχουμε χαθεί εδώ και χρόνια, ελπίζω να είναι καλά.
( Λες να πέθανε;)
- Παντρεύτηκε και δεν μένει πια εδώ.
( περίπου. Απλά αναπνέει ακόμα)
- Ωραία, τουλάχιστον δεν μουγκάθηκε. Μήπως μπορείτε να μου δώσετε το τηλέφωνό του;
( Βαρέθηκα τις μαλακίες, άμα έχει πρόβλημα μαζί μου, μπορεί να μου το πει και ο ίδιος)
- Όχι. Τί πήρες, να του κλείσεις το σπίτι;
( ΤΣΟΥΛΑ)
- Κάποιο λάθος κάνετε, δεν είναι τέτοιας φύσεως το τηλεφώνημά μου, απλά ήθελα να δω τί κάνει. 
(κουβέντα θα ανοίξουμε μαντάμ;)
- Κοιτάξτε, δεν μπορώ να αναστατώσω την σύζυγό του.
( θα φάει παντόφλα μωρή, δεν το καταλαβαίνεις;)
- Μάλιστα.
(Ε, ρε, πώς ξεπέφτουν οι ισχυροί, παντόφλα, έ;)
- Από το Λιτόχωρο είσαι;
( εκείνη η τσούλα που τραβιότανε είσαι, και πήρες τώρα να μου πουλήσεις παραμύθι;)
-Όχι, Αθήνα μένω, καμία σχέση με Πιερία.
(Ρε συ, μήπως είσαι η γυναίκα του και λύσσαξες; Μπερδέψου τώρα κότα γεωγραφικά!)
-Μπορώ αν θέλεις να του δώσω το τηλέφωνό σου και άμα θέλει να σε πάρει.
(Άμα το σημειώσω να με χέσεις)
- Ναι, βέβαια, η διακριτικότητα δεν έβλαψε ποτέ κανέναν.
(Το ξέρω ότι δεν θα το δώσεις, αλλά τί να κάνω, που θα καρφωθώ άμα στο κλείσω τώρα)
-Σημειώνω.
(λέμε τώρα)
-Ηώς,69.....
(φέξε μου και γλίστρησα)
-Αναμείνατε στο ακουστικό σας.
(κάνω και χιουμοράκι, είδες;)
- Καλό σας βράδυ.
(Άει στο διάολο, κλώσσα)

5' μετά είχε φύγει το SMS προς skinpop: "Βάλε την τεκίλα στην κατάψυξη, έρχομαι"
Να ζήσουμε να τον θυμόμαστε κι αυτόν. Μεγάλη εφέυρεση η παντόφλα τελικα....
 

14/3/12

φαντάσματα- το φάντασμα μαλάκας

Ο Μάρτιος μας έφτασε, εμπρός βήμα ταχύ, να βγω από την χειμερία μου νάρκη επιτέλους η αρκούδα. Τί κάνεις αγαπητέ μου αναγνώστη, καιρό έχουμε να τα πούμε. Εγώ μια χαρά είμαι, από υγεία θα έσφυζα αν δεν είχα ένα θεματάκι με το χέρι μου που μάλλον δεν την παλεύει νευρολογικά τελευταία και μου σπάει τα νεύρα κάθε φορά που κάθομαι μπροστά σε ένα πληκτρολόγιο, ήτοι καμιά δεκαριά ώρες κάθε μέρα. Το αυτό επιθυμώ και δι υμάς, όχι το χέρι με άποψη, το να σφύζεις από υγεία εννοώ, να με διαβάζεις να γελάς με την γκρίνια μου.
Το λοιπόν, έτσι, για να με καλοσωρίσω πίσω, θα ασχοληθώ με τα βρακιά των πρώην. Μεγάλο κεφάλαιο οι πρώην στην ζωή του κόσμου, όλοι έχουμε κι από ένα φάντασμα στην ντουλάπα μας που βαυκαλιζόμαστε να νομίζουμε ότι εκτιμούμε και συμπαθούμε και τον θυμόμαστε με τρυφερότητα και όλα αυτά τα γλυκανάλατα σορόπια που αυτοσερβιριζόμαστε σαν απεριτίφ κάθε φορά που έξω βρέχει και κάνει κρύο, ο νυν ροχαλίζει σαν τον Σπίθα του Γιώργου Θαλάσση κι εμείς καθόμαστε και λυπόμαστε εμαυτόν και αναρωτιόμαστε όλα τα βαριά φιλοσοφικά, πού πάω, πού είμαι, εγώ γι' αλλού γι' αλλού ξεκίνησα και τα τοιαύτα, σκάσε και κοιμήσου ηλίθια, έχεις αγώνα αύριο και αν ο πρώην ήταν εδώ όχι μόνο θα ροχάλιζε, αλλά θα τραβούσε και την κουβέρτα!
Εγώ είχα δύο τέτοια φαντάσματα στην ντουλάπα μου. Τον πρώτο μου έρωτα τον Γιώργο και τον τελευταίο τον Στέλιο. Πολύ καλά γομάρια και τα δύο, ζωή να 'χουνε, τέτοιους Κάφρους που πάω και ερωτεύομαι τί περίμενες να έχω. Τους θυμόμουν και τους δύο με πολύ μεγάλη τρυφερότητα και κατά καιρούς αναρωτιόμουν τί να κάνουν, πού να βρίσκονται και αν περνάνε καλά. Μάλιστα είχα προσπαθήσει να επικοινωνήσω πριν από λίγα χρόνια, έτσι, για το γαμώτο που λένε, να μάθω νέα τους. Βεβαίως η προσπάθεια έπεσε στο κενό γιατί σιγά μην καταφέρεις να βρεις χριστιανό που ήξερες πριν από 853 χρόνια, μετακόμισαν, άλλαξαν και κινητό και τρέχα γύρευε. Δεν το πολυπάλεψα κιόλας, έμεινα με την τρυφερότητα (και την απορία) αμανάτι.
Έλα όμως που η ζωή είναι μεγάλη πόρνη και την βρίσκει με το να σου καταρίπτει τους μύθους. Δεν μπορεί, μετοχές σε φαρμακευτική έχει η τσούλα και θέλει να μας ρίξει όλους στα ψυχοφάρμακα. Διότι πώς αλλιώς εξηγείς εσύ το γεγονός ότι πάντα ΜΑ ΠΑΝΤΑ κάνει ένα κλικ και σου ανατρέπει τις ισορροπίες; Τί έχεις Ηώ μου για να παρηγοριέσαι όταν πήζεις; Φαντάσματα; Παρ' τα να 'χεις μωρή ολοζώντανα μπροστά σου να σου γίνει η ανάμνηση κώλος, μπας και ξεραθείς κανα βροχερό βράδυ, που τα 'χεις κάνει όλα σούπερ τέλεια και ουάου στις αναμνήσεις σου!
Το ένα το φάντασμα μου το έστειλε πέρυσι τέτοια εποχή, μια μέρα που έψαχνα να βρω καινούριο fax. Μηχάνημα εννοώ. Είχε χαλάσει αυτό που είχα και μιας και έχω ανισόρροπους πελάτες που αγνοούν τα e-mail, έπρεπε να το αντικαταστήσω. Μπαίνω στο ιντερνέτι, βλέπω από εδώ μερικά, βλέπω από εκεί, είδα ένα που μου άρεσε. Αμ έπος αμ έργον λοιπόν, ροβολάω προς το κατάστημα να το πάρω να φύγω. Εκεί που έψαχνα τα μηχανήματα, έρχεται μια αντιπαθητικιά με καρτελάκι στο αριστερό βυζί, δήθεν να με εξυπηρετήσει, στην ουσία να μου τα πρήξει. Επειδή δεν ήξερε την τύφλα της φώναξε επικουρική βοήθεια έναν άλλο με καρτελάκι να της τα κάνει λιανά (γιατί εγώ τα ήξερα). Και τσάααααακ, να σου μπροστά μου ο Γιωργάκης. Όπα! Πωλητής στην υπεραγορά ηλεκτρικών ο Γιωργάκης, που εγώ τον θυμόμανε να έχει φύγει για μεταπτυχιακό στα εξωτερικά προ αμνημονεύτων και είχε μια αλαζονεία από εδώ μέχρι απέναντι; Κοίτα να δεις τελικά πώς γίνονται οι δήμαρχοι κλητήρες...
Τον βλέπω τον Γιωργάκη, με βλέπει κι αυτός και ήταν πραγματικά σαν να ξύπνησαν τα ζόμπι και να χόρευαν τριγύρω πεντοζάλη. Και ακολουθεί ο εξής διάλογος:

-Γιωργάκη! Τί κάνεις ρε παιδί, πώς είσαι, άσε το fax τώρα, αυτό θα πάρω και δεν καταλαβαίνω γιατί μου ζαλίζει τόση ώρα τις ωοθήκες η συνάδελφος.
(υπότιτλοι: Είμαι μέσα στην τρελή χαρά που σε βλέπω)
-Γειά (παγωμένο)
(υπότιτλοι: γαμώ την δουλειά μου γαμώ, εδώ βρήκες να 'ρθεις να πάρεις το κωλοφαξ; τώρα πρέπει να σου μιλήσω)
-Βρε Γιωργάκη, εγώ είμαι, η Ηώς!
(υπότιτλοι: κάνε καμιά πλάκα να μου πεις ότι δεν με θυμάσαι, να πάθω το πλαγιομετωπικό ΤΩΡΑ!)
-Όχι, εννοείται ότι σε αναγνώρισα, απλά δεν θα ήθελα να δώσω δικαίωμα....
(υπότιτλοι: χέστηκα αν ζεις ή πέθανες)
-Τί δικαίωμα ρε Γιωργάκη, πλάκα με κάνεις, εγώ ένα fax ήρθα να πάρω, όχι να σου κάνω ερωτική εξομολόγηση.
(υπότιτλοι: χέσε μας ρε άνθρωπε, δεν γυρίζει ο πλανήτης μου γύρω σου)
-Ε, να, όλα μου έχουν πάει καλά στην ζωή, έβγαζα πάρα πολλά λεφτά, ασχολιόμουν με τα εικαστικά, όπως ήθελα από παιδί, αλλά από τότε που παντρεύτηκα και έκανα μωράκι, ήρθα εδώ να δουλεύω 4ωρος με 360€ τον μήνα από επιλογή, για να έχει το παιδί καθαρό οξυγόνο.
(υπότιτλοι: οκ, μετά από παρατεταμένη ανεργία στον τομέα που ήθελα γκάστρωσα την γκόμενα και αναγκάστηκα να έρθω εδώ)
-Ναι ρε Γιώργο, μια χαρά είμαι κι ας μην ρώτησες, τί να σου πω, χαίρομαι για 'σένα, πάρε την κάρτα μου και επικοινώνησε άμα χρειαστείς τίποτα.
(υπότιτλοι: σιγά ρε τρισμέγιστε, κόψε κάτι, είπαμε να πούμε μαλακίες αλλά το ξεχείλωσες. Αφού μιλάς λες και είδες τον χειρότερο εχθρό σου ρε καραγκιόζη, κάτσε να σου πουλήσω λίγη μούρη να στρώσεις χαρακτήρα)
-Χμμμ, δικηγόρος έ; Μπα, δεν θα σε χρειαστώ, άσε που είναι χάλια η κάρτα, έχω δει και καλύτερες
(υπότιτλοι: ο big brother, ήτοι σύζυγος, έχει βάλει κοριούς παντού κι επιπλέον μου την δίνει που εσύ δεν κατέληξες να κάνεις άσχετα πράγματα)
-?!?!?!?!?!?!?!?
(υπότιτλοι: τί είπε το άτομο ρε παιδιά?????)

Πάει το ένα το φάντασμα, το πέταξα από το μπαλκόνι της κολλητής 15' μετά, που πήγα να πιω έναν καφέ να συνέλθω από το σοκ. Μα είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που έχει να σε δει πάνω από 10 χρόνια να προσπαθεί να σε υποτιμήσει για να αισθανθεί καλά; Είναι δυνατόν να μην χαρεί έστω και λίγο που είδε ένα κομμάτι από το παρελθόν του; Τί διάολο, τόσο χάλια πέρασε εκείνο τον χρόνο που κοιμόταν- ξυπνούσε με το τηλέφωνό μου αγκαλιά; Άβυσσος η ψυχή του μαλάκα, σπατάλη και η τρυφερότητα- απεριτίφ που λέγαμε στην αρχή, πιάσε ρε φιλενάδα την τεκίλα από την κατάψυξη να χτυπήσουμε ένα σφηνάκι στην υγειά του μακαρίτη, να ζήσουμε να (μην) τον θυμόμαστε.


To be continued....