28/12/11

Jingle bells σε 9/8

Μιας και δεν έχουμε Πάσχα (για να μιλήσω για την νεκρανάσταση του Λαζάρου), αλλά Χριστούγεννα, μετά τα χρόνια πολλά και τις συνήθεις ευχές για καλά Χριστούγεννα, καλή Χρονιά, Χρόνια πολλά και πολλά άλλα ειθιστέα κλισέ, θα σου μιλήσω για το βράδυ των Χριστουγέννων. Μην φρικάρεις αγαπητέ μου αναγνώστη, δεν μιλάω για την βιβλική εκδοχή της εορτής, αλλά για αυτή που έζησα εγώ την περασμένη Κυριακή, όταν αποφάσισα να ενδώσω στους συγκαλυμμένους εκβιασμούς των παιδικών μου φίλων και να βγω έξω τέτοια μέρα.
Φέτος αποφάσισα να περάσω τις γιορτές στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, μαζί με την οικογένειά μου και τους παιδικούς μου φίλους. Τι ωραίο που ακούγεται αυτό, έ? Βασικά κάθε χρόνο το ίδιο κάνω, αλλά όταν το λέω με τέτοιο υφάκι εκπέμπει μια αθωότητα και μια γλυκύτητα που απαλύνει την φυσική μου ξινίλα και την κακιασμένη μούρη μου. Ένα άλλο βασικό σημείο της διήγησής μου είναι ότι ο παιδικός μου φίλος ο Αναστάσης έχει γενέθλια στις 25 Δεκεμβρίου. Είναι ΤΕΤΟΙΟ κωλόπαιδο, που κοιλοπονούσε την μάνα του Χριστουγεννιάτικα. Γεννήθηκε για να την βασανίζει ένα πράγμα ο αχαΐρευτος, ξεκινώντας από την στιγμή που ήρθε στον κόσμο. Ούτε ρεβεγιόν δεν την άφησε να κάνει την γυναίκα…
Το λοιπόν, όταν με πήρε πριν από κανα δεκαπενθήμερο ο Αναστάσης τηλέφωνο για να ρωτήσει πότε θα αριβάρω στο χωριό να τον γλυτώσω από την ανία του πριν αρχίσει να παίζει μαζί της ρώσικη ρουλέτα, με ενημέρωσε ότι φέτος για τα γενέθλιά του έχει κλείσει μαζί με το Χριστινάκι, που γιορτάζει,  τραπέζι στα μπουζούκια, οπότε να κόψω τον λαιμό μου και να πάρω μαζί μου κανα ξώβυζο, μην τον ντροπιάσω σε όλη την επαρχία μέρες που είναι πηγαίνοντας σαν καθολική καλόγρια. Φυσικά γνωρίζει την αντιπάθειά μου για αυτού του είδους το entertainment, αλλά χέστηκε, αφού αποφάσισε μπουζούκια, έπρεπε να πάω, αλλιώς δεν θα με παίξουν εικοσιμία την παραμονή Πρωτοχρονιάς, με αποτέλεσμα να μην βγάλω μηνιάτικο για τον Γενάρη! Αντιλαμβάνεσαι ότι η απειλή ήταν σοβαρή, οπότε ή έπρεπε ή να ενδώσω ή να πέσω από τον δεύτερο με τέτοιο τρόπο ώστε να σπάσω και τα δυο μου πόδια, ώστε να μην μπορεί να κουβαλήσει κανείς τους τόνους γύψου που θα κουβαλούσα πάνω μου. Το πρώτο ήταν πιο εύκολο, οπότε έβαλα το ξώβυζο σε μια λεκανίτσα με λίγο μαλακτικό, να μην βρωμάει ναφθαλίνη.
Αμέσως επόμενο γεγονός στην χρονική ακολουθία είναι ότι χώρισε η Ελίνα. Άσχετο, αλλά μιας και την ξεφορτώθηκε ο  γυμνοσάλιαγκας που ήθελε να παντρευτεί, πράγμα που αποτελεί και την μόνη ίσως σωστή απόφαση που πήρε μέσα σε μισό αιώνα ζωής, έπρεπε να ξεσκάσει λίγο η κοπέλα. Τουτέστιν, θα ερχόταν κι αυτή στο πατρικό μου για 15 μέρες. Και, φυσικά, έπρεπε να πάρω το αυτοκίνητο για να ανηφορίσω Μακεδονία, να ταξιδέψει και με μια σχετική άνεση. Ακόμη φυσικότερα, θα ερχόταν μαζί μου όπου πήγαινα, καθότι φιλοξενούμενη.  Για να το καλυτερέψουμε κιόλας, αποφασίσαμε να ανέβουμε την Πέμπτη, 22 του μήνα, διότι μόνη η ταλαιπωρία να ακούσω όλες τις λεπτομέρειες του χωρισμού του αιώνα επί 6 ώρες οδήγησης, δεν ήταν αρκετή. ΕΠΡΕΠΕ να διαλέξουμε και μια μέρα που θα χιόνιζε, έτσι, για να μπούμε στο πνεύμα των Χριστουγέννων!
Μετά από 3 ατελείωτα μερόνυχτα κλάψας ήρθε το βράδυ της Κυριακής. Από το απόγευμα το Ελινάκι ετοιμαζόταν, μιας και είχε να βγει από το σπίτι πάνω από εξάμηνο. Από τον ενθουσιασμό της σταμάτησε την κλάψα, πράγμα καλό, αλλά έκανε το λάθος να με πρήξει κι εμένα από τις 6 το απόγευμα να σηκωθώ και να ετοιμαστώ, πράγμα που με τσάτισε μεν, μου βγήκε σε καλό δε, μιας και είδα ότι με το φαί που έριξα η γελάδα μέσα σε τρείς μέρες παραξεχείλιζα από το ξώβυζο κι έπρεπε να τρέχω να ανοίξω ένα άλλο φόρεμα. Στις κοπτοραπτούδες έτρεχα Χριστουγεννιάτικα.
Βάζω το ανοιγμένο φόρεμα κάποια στιγμή, βάζω και το απαραίτητο γουναρικό, τις κίτρινες τις γόβες τις λουστρίν, και… VOILA! Ήμουν έτοιμη για επαρχιακή μπουζουκλερί. Τώρα γιατί κατουρήθηκε πάνω του ο Αναστάσης από τα γέλια με το που με είδε, δεν κατάλαβα. Anyway, σκάμε μύτη οι σταχτοπούτες στις 12 ακριβώς, βρίσκουμε και την υπόλοιπη παρέα εκεί, αραδιαζόμαστε σαν τα πεπόνια τον Αύγουστο στον πάγκο του μανάβη και περιμένουμε να αρχίσει το πρόγραμμα. Και τσάααααακ, παθαίνω το πρώτο εγκεφαλικό. Στην μέση της πίστας διαφημίζουν σαν δεύτερο όνομα του μαγαζιού ΕΜΕΝΑ! What the fuck??? Τελικά με ενημέρωσαν ότι πρόκειται για μια τεταρτοπεμπτοδέκατηόγδοη ξαδέλφη με το ίδιο ονοματεπώνυμο, την οποία ουδέποτε είχα ξαναδεί στην ζωή μου, να ‘ναι καλά βέβαια το κορίτσι, χάλια η φωνή αλλά δεν έχει σημασία, σάμπως κι εγώ που το έχω καλύτερη είμαι;
Ε, μετά μπήκαμε στην ζώνη του λυκόφωτος. Δεν μας φτάναν τα γαβγάδικα μέσα στο αυτί, παθιάστηκε και το Ελινάκι κι άρχισε να ζει το προσωπικό της δράμα μέσα από τα άσματα που αλυχτούσαν τα σκυλιά της πίστας. Όποτε έπαιζε κάτι σε κεφάτο, μέχρι και ψιλοφεμινιστικό, του τύπου «περνώ και μόνη μου καλά, τα καταφέρνω μια χαρά», καλά ήμαστα, κουνούσε το κορμί της το φιδίσιο και λάλαγε έξω φωνή. Με το που έπεφταν τα 9/8 του ζεϊμπέκικου βούρκωνε το μάτι ωσάν της αγελάδας που της πήραν το μοσχάρι από το μαστάρι πάνω που πρωτογέννησε και βουρκωμένα μου τραγούδαγε στο αυτί τα άπαντα του καψουροτράγουδου. Κι έχουμε ΠΟΛΛΑ καψουροτράγουδα μάνα μου στο Ελλάντα. Όλα τα σκυλιά κλαψοαποτέτοια είναι. Όλα για μια γκόμενα/-ο κλαίνε.
Εν τω μεταξύ, όσο εγώ ζούσα το προσωπικό μου δράμα κι έπινα για να ξεχάσω, όλοι οι άλλοι διασκέδαζαν διότι ο Αποστόλης, το αμόρε της Χριστίνας ήπιε μαζί μου τον μισό Βόσπορο, με αποτέλεσμα να του φύγει η εγγενής ξινίλα και κακία που κουβαλάει από τότε που ξετσουτσούνισε, δηλαδή πριν από καμιά 5ετία και άρχισε να χορεύει τσιφτετέλι τούρκικο, σινανάι γιάβρουμ σινανάι. Όχι τίποτα άλλο, αλλά με την κλάψα έχασα και το θέαμα της 10ετίας την καταδίκη μου! Δεν βαριέσαι, το σκίσαμε που το σκίσαμε, τουλάχιστον την βγάλαμε τσάμπα, να ‘ναι καλά τα παιδιά, και του χρόνου γεροί και με υγεία!!!!